καλημέρισμα

καλημέρισμα
το приветствие при встрече

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "καλημέρισμα" в других словарях:

  • καλημέρισμα — το [καλημερίζω] το να χαιρετίζει κάποιος το πρωί με την ευχή «καλημέρα», πρωινός χαιρετισμός, το καληνώρισμα …   Dictionary of Greek

  • καλημέρισμα — το το να λέει κανείς σε κάποιον καλημέρα: Με τα ευγενικά του καλημερίσματα προσπαθεί να τον πιάσει φίλο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»